Κώστας Τζαβάρας:"Ουκ έστιν... δικης οφθαλμός" Εφημερίδα "Πατρίς"

Τετάρτη, 11 Ιουλίου 2007

Τα όσα συνέβησαν κατά την δικάσιμο της 14-6-07 στην αίθουσα συνεδρίασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Ηλείας και προκάλεσαν την κινητοποίηση του Δικηγορικού Συλλόγου Ηλείας , προδίδουν μία κρίση που από καιρό σοβεί στις σχέσεις δικαστών και δικηγόρων, σ΄ ολόκληρη τη χώρα. Κατά καιρούς ανάλογα επεισόδια έχουν συμβεί στη Θεσσαλονίκη , στη Χαλκίδα , κ.α.

Η κριτική προσέγγιση των φαινομένων αυτών οδηγεί στην διαπίστωση ότι στον Ελληνικό δικαστικό χώρο εκδηλώνονται αγώνες που δεν έχουν , όπως θα έπρεπε , ως πρώτο και κύριο διακύβευμα την ορθή εκφορά της ερμηνείας του δικαίου.

Αλλοις λόγοις οι παράγοντες που ανταγωνίζονται εντός του δικαστικού πεδίου (δικαστές –δικηγόροι- γραμματείς) δε φαίνεται να έχουν ως αγωνιστικό σκοπό της δράσης τους , την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Περισσότερο και κυρίώς οι δικαστές επιμένουν να διεκδικούν το μονοπώλιο του κύρους δηλ. του συμβολικού κεφαλαίου που διαθέτει από τη φύση και την αποστολή που υπηρετεί ο συγκεκριμένος κοινωνικός χώρος.

Ουδέποτε οι επαγγελματικές ενώσεις των Ελλήνων δικαστών ασχολήθηκαν με το πρόβλημα της επιστημονικής, της πολιτισμικής ή και της ηθικής ανεπάρκειας μερίδας των μελών τους που συνήθως είναι η κύρια αιτία παραγωγής αδίκων αποφάσεων.

Ουδέποτε αγωνίστηκαν για την ποιοτική αναβάθμιση του έργου της απονομής της Δικαιοσύνης.
Η κάθαρση στη δικαιοσύνη δεν προέκυψε από διεκδικήσεις του δικαστικού κλάδου που χρόνια ανεχόταν στους κόλπους του ανάξιους και επίορκους «συναδέλφους».

Απεναντίας οι δικηγορικοί σύλλογοι , που δεν είναι σωματειακής οργάνωσης συντεχνίες αλλά δημόσια νομικά πρόσωπα ως πάγιο αγωνιστικό αίτημα δεν έπαυσαν ποτέ να προβάλλουν και διεκδικούν καλλίτερη ποιότητα δικαιοσύνης , ο δικηγόρος υπήρξε και παραμένει ο αγωνιστής της δικαιοσύνης.
Η
αποστολή του είναι να μετατρέπει τη δίκη σε αγώνα. Αγορεύω σημαίνει πρώτα από όλα μάχομαι για το δίκιο του πολίτη που παίρνει την ιδιότητα του διαδίκου.
Η αποπομπή του δικηγόρου από το χώρο του δικαστηρίου σημαίνει κατάργηση του αγώνα, κατάλυση του δικαίου. Ούτε η δικτατορία των συνταγματαρχών δεν τόλμησε να απαγορεύσει την παρουσία δικηγόρων στα δικαστήρια. Αυτοί τότε έδιναν αγώνες υπέρ της ελευθερίας και της δημοκρατίας , όταν η συντριπτική πλειοψηφία των δικαστών έκανε «το καθήκον» της εφαρμόζοντας «παράνομα» ψηφίσματα και τυραννικά διατάγματα.

Αυτές τις παραδόσεις του σώματος και τις αξίες της δικαιοσύνης υπερασπίστηκαν οι δικηγόροι του Πύργου όταν αντέδρασαν στην παράνομη απόφαση της κας Προέδρου Διοικητικών Πρωτοδικών να καλέσει αστυνομική δύναμη για να απομακρύνει συνάδελφο τους από το δικαστήριο γιατί συνομιλούσε με τους συναδέλφους του όχι κατά τη διάρκεια της εκδίκασης υπόθεσης αλλά ενώ το δικαστήριο ανέβαλε τις υποθέσεις του πινακίου αυτεπαγγέλτως λόγω αποχής των δικηγόρων.


Η παρέμβαση της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών στην υπόθεση αυτή δεν υπηρετεί την αλήθεια και το δίκαιο, αλλά όπως συνήθως συμβαίνει παρέχει «κάλυψη» στο μέλος της χωρίς προηγουμένη έρευνα των συνθηκών υπό τις οποίες συνέβησαν τα γεγονότα.
Η συναδελφική αλληλεγγύη συγκαλύπτει κρούσματα κακοποίησης της αλήθειας.
Όμως για μία ακόμη φορά οι φρουροί της Επαγγελματικής Ένωσης των δικαστών πρέπει να αναγνωρίσουν ότι το ορθόν πρέπει να προηγείται του αγαθού. Και η αλήθεια πρέπει να είναι θεμέλιο της Δικαιοσύνης:


1. Κατά την επίμαχη συνεδρίαση το δικαστήριο ως έργο είχε όχι την απονομή της δικαιοσύνης αλλά την αναβολή των υποθέσεων , λόγω αποχής των δικηγόρων του Πύργου που συμμετείχαν σε πανελλαδική κινητοποίηση του κλάδου για αιτήματα αναβάθμισης της δικαιοσύνης. Επομένως σχεδόν όλοι οι παριστάμενοι δικηγόροι συνομιλούσαν χωρίς να ενοχλούν.


2. Η κα Πρόεδρος απείλησε ότι θα αποπέμψει μέλος του δικηγορικού συλλόγου για τι συνομιλούσε με συνάδελφο του. Όμως καμία διάταξη νόμου δεν απαγορεύει στους δικηγόρους να συνομιλούν μεταξύ τους ακόμη και κατά την διάρκεια της εκδίκασης υποθέσεων στις οποίες συμμετέχουν. Πολλω μάλλον όταν δεν εκδικάζονται υποθέσεις αλλά αναβολή της συζήτησης τους.
Τέλος αγγίζει τα όρια του κωμικού , μια τέτοια αξίωση όταν ο καθένας που ευρίσκεται στο ακροατήριο του δικαστηρίου μπορεί ελεύθερα να συνομιλεί και συνεννοείται με το διπλανό του.


3 Η κα Πρόεδρος κατά τη στιγμή του επεισοδίου δεν ασκούσε δικαιοδοτικό έργο όπως υποστηρίζει προφανώς εκ συγχύσεως η Ένωση , αλλά επιχειρούσε να λάβει αστυνομικά μέτρα τάξης σ΄ ένα περιβάλλον που δεν ευρίσκετο σε αταξία .


4 .Η διάταξη του άρθρου 133 παρ. 4 που επικαλείται η Ένωση δεν αφορά μέτρα τάξης εναντίον δικηγόρων αλλά εναντίον παντός άλλου πλην δικηγόρου.
Συγκεκριμένα η διάταξη αυτή ορίζει:
«Ο δικαστής που προεδρεύει κατά τη συνεδρίαση μπορεί να επιβάλει σε βάρος προσώπου το οποίο θορυβεί ή εκδηλώνει ασέβεια ή ανυπακοή σε μέτρα που έχουν ληφθεί ή σε διαταγές που έχουν δοθεί κ.λ.π την αποβολή τούτου από την αίθουσα κ.λ.π.


Στην επόμενη παράγραφο με αριθμό 5 του ιδίου άρθρου , ο σοφός νομοθέτης που έχει υιοθετήσει προφανώς τους νομικούς , ηθικούς και πολιτισμικούς λόγους που δίνουν στο δικηγόρο ένα ξεχωριστό κύρος μέσα στο δικαστήριο , ορίζει ότι:
«Αν κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης δικηγόρος θορυβεί ή δείχνει ανυπακοή έναντι του δικαστηρίου μπορούν να του επιβληθούν από αυτό (όχι από την πρόεδρο σημ. συντ.) οι πειθαρχικές ποινές του κώδικα δικηγόρων.
Χωρίς να χρειάζεται κανείς να είναι πρόεδρος δικαστηρίου από τις δύο αυτές διατάξεις εύκολα αντιλαμβάνεται ότι:
α) Όποιος δικαστής προεδρεύει δεν έχει δικαίωμα να αποβάλλει δικηγόρο από το δικαστήριο , αλλά κάθε άλλο πρόσωπο .
β) Δεν έχει δικαίωμα να καλέσει την αστυνομική δύναμη για να τον συλλάβει εντός του δικαστηρίου.
γ) Ούτε άλλο μέτρο ή πειθαρχική ποινή μπορεί να επιβάλει κατά του δικηγόρου ο πρόεδρος μόνος του. Τέτοια εξουσία μόνο το δικαστήριο έχει που ενεργεί συλλογικά , εφόσον όμως θορυβεί και όχι απλώς όταν συνομιλεί.

Από όλα αυτά προκύπτει αβιάστως ότι η κα Πρόεδρος υπέρ της οποίας παρεμβαίνει η Ένωση κακοποίησε το δίκαιο του άρθρου 133 παρ. 4 και 5 του κώδικα διοικητικής δικονομίας και μαζί μ΄ αυτό την αξιοπρέπεια και την τιμή του δικηγόρου εναντίον του οποίου αδίκως εστράφη.


Αλλά σε κάθε περίπτωση η κα Πρόεδρος δεν είχε και από γλωσσική άποψη το δικαίωμα να εκλάβει ως θόρυβο μια συνομιλία υπό τις συνθήκες που αναφέρθηκαν πάνω.
Κατά το λεξικό θόρυβος είναι σύμμεικτος βοή, πολυπληθούς συγκεντρώσεως ανθρώπων , ταραχή , σύγχυση , κραυγή επιδοκιμασίας , κ.ο.κ

ʼραγε αυτός που παράγει θόρυβο σε κάποια γλώσσα είναι συνώνυμος με εκείνον που συνομιλεί.
Ενόψει όλων αυτών το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί με ευχολόγια . Υπάρχει ζήτημα που πρέπει να εκκαθαριστεί με πνεύμα καταλλαγής και σύνεσης και δεν μπορεί να συγκαλυφθεί με συντεχνιακά φτιασίδια.
Διαφορετικά η Δικαιοσύνη θα έχει δεχθεί ένα ακόμη πλήγμα από τους ίδιους τους δικαστές , που στην περίπτωση αυτή επιτρέπουν στης δίκης τον οφθαλμό να ….αλληθωρίζει



Facebook Twitter Flickr Youtube Rss
Created by e-dinet