Συνέντευξη του βουλευτή ΝΔ και πρ. Υπουργού Κώστα Τζαβάρα στο σημερινό φύλλο της Κυριακάτικης Δημοκρατίας.

Κυριακή, 19 Μαρτίου 2023

Υπουργέ, υπό κανονικές συνθήκες αυτή η συνέντευξη θα ήταν ένας απολογισμός της μακράς κοινοβουλευτικής θητείας σας που ολοκληρώνεται. Οι συνθήκες όμως δεν είναι κανονικές. Παρατηρώντας τον δημόσιο λόγο σας μετά την τραγωδία των Τεμπών διαπιστώνω ότι είστε ιδιαίτερα οργισμένος...

Είναι αλήθεια ότι τα γεγονότα των τελευταίων ημερών δημιουργούν ένα καινούργιο κοινωνικό και πολιτικό τοπίο. Το τραγικό συμβάν των Τεμπών προκάλεσε ένα ρήγμα στον ιστορικό χρόνο. Ουσιαστικά έκοψε την ιστορική συνέχεια στα δύο και μας έφερε αντιμέτωπους με μια σκληρή και αποκρουστική πραγματικότητα που όλοι πιστεύαμε προηγουμένως, ότι την είχαμε αφήσει στο παρελθόν. Αυτή η πραγματικότητα εμφάνισε το εχθρικό πρόσωπο του Κράτους απέναντι στον πολίτη. Ως προς τη σταθερότητα και την αξιοπιστία των θεσμών, στους οποίους περιλαμβάνεται και η Δικαιοσύνη, ως προς τις υποδομές κοινής ωφελείας, την ασφάλεια των συγκοινωνιών και γενικά το σεβασμό και την προστασία της ζωής αλλά και της αξίας του ανθρώπου που αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση του Κράτους.

Είδαμε απροσδόκητα στον πιο φιλικό και ασφαλή τομέα μετακίνησης των πολιτών, που είναι οι σιδηροδρομικές συγκοινωνίες, να επικρατεί η σύγχυση και το χάος. Παρόλα αυτά, οι αιτίες που προκάλεσαν αυτό το χάος αποδείχθηκε ότι ήταν γνωστές εκ των προτέρων. Τόσο οι υπηρεσιακοί παράγοντες του τομέα των συγκοινωνιών, όσο και οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι, καθώς επίσης και οι αρμόδιες ανεξάρτητες αρχές, όπως η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων και η Αρχή Διαφάνειας, μαζί με τους οικονομικούς εισαγγελείς, είχαν λάβει γνώση και είχαν επανειλημμένως απασχοληθεί με την έρευνα όλων αυτών των παθογενειών και των ελλείψεων, δυστυχώς όμως χωρίς αποτέλεσμα. Όλα αυτά διαμορφώνουν ένα εφιαλτικό τοπίο στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου. Κάτω από αυτές τις συνθήκες έχει ξεσπάσει μια γενικευμένη οργή και δικαιολογημένη αγανάκτηση των πολιτών. Επόμενο είναι μερίδιο αυτής της οργής και αγανάκτησης να υπάρχει και στη δική μου ψυχή.

Ναι, αλλά ο αρμόδιος υπουργός, ο πρώην υπουργός μεταφορών κ. Καραμανλής ανέλαβε την πολιτική ευθύνη...

Τι σημαίνει αναλαμβάνω την αντικειμενική πολιτική ευθύνη;

Εσείς είστε πολιτικός, εσείς θα μου πείτε. Δεν συνηθίζεται πάντως στις μέρες μας οι πολιτικοί να αναλαμβάνουν την ευθύνη.

Βεβαίως και κατά τούτο έχει μια αξία η στάση του. Όμως δε νομίζω ότι μόνο με την ανάληψη της αντικειμενικής πολιτικής ευθύνης δίδεται μια πειστική απάντηση στα δικαιολογημένα και πελώρια ερωτήματα που τίθενται, τόσο από τους εκπροσώπους των κομμάτων, των συνδικαλιστικών φορέων και των κοινωνικών οργανώσεων, όσο και από τους ίδιους τους πολίτες. Δε θα μιλήσω για τα ερωτήματα των δημοσιογράφων γιατί δυστυχώς τέτοια δεν ετέθηκαν τότε που έπρεπε. Στον τομέα αυτόν της ενημέρωσης ασφαλώς υπήρξαν φωτεινές εξαιρέσεις, αλλά η πλειοψηφία του δημοσιογραφικού κόσμου μάλλον δεν ετίμησε την αποστολή του.
Αποσιώπησε τα προβλήματα, «παπαγαλίζοντας» ανεπίτρεπτα «διαρροές» και «non papers» κάθε φορά που ετίθεντο στο δημόσιο διάλογο ζητήματα ασφάλειας των σιδηροδρόμων.

Έχουν περάσει δύο βδομάδες από το έγκλημα των Τεμπών. Με βάση όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας πιστεύετε ότι ήξεραν ότι αυτό θα συμβεί;

Νομίζω ότι υπάρχει ένα κομβικό σημείο στην διαδρομή των κρίσιμων γεγονότων που είναι η παραίτηση τον Απρίλιο του 2022 του Χρ. Κατσιούλη, του πρόεδρου της επιτροπής ETCS, αρμόδιας για τα έργα σηματοδότησης και ασφάλειας στο σιδηροδρομικό δίκτυο. Αποχωρώντας, είχε προειδοποιήσει τους πάντες και μάλιστα με πολύ δραματικό ύφος λέγοντας ότι παραιτούμαι γιατί δε θέλω να γίνω μάρτυρας σε αυτό που μετά βεβαιότητας βλέπω να έρχεται και θα είναι πολύ σκληρό. Συγκεκριμένα είχε καταγγείλει τη μη τήρηση του φυσικού και συμβατικού αντικειμένου της σύμβασης 717, καθώς και του πλημμελούς τρόπου υλοποίησης του ETCS σε διάφορα τμήματα του σιδηροδρομικού δικτύου, αλλά και την παραβίαση των δεσμεύσεων προς την ΕΕ ως προς την αποπεράτωση του ETCS τον Οκτώβριο του 2022, μετά από διαδοχικές παρατάσεις

Ανάλογες καταγγελίες είχαν γίνει από τους μηχανοδηγούς με εξώδικες δηλώσεις τους, όπως αυτή του Νοεμβρίου του 2022, στην οποία ανέφεραν συγκεκριμένα ότι «διαπιστώνουμε διαρκώς την κακή κατάσταση της σιδηροδρομικής υποδομής, την έλλειψη συντήρησης της (που αποδεικνύεται από τις βραδυπορίες που καθημερινά δίνονται στους μηχανοδηγούς), τη μη λειτουργία φωτοσημάτων και τηλεδιοίκησης εδώ και πολλά έτη, την μη λειτουργία του συστήματος ETCS (European Traffic Control System– του οποίου η θέση σε λειτουργία προστατεύει απέναντι στο ανθρώπινο λάθος) η οποία δεν λειτούργησε ποτέ παρά το γεγονός ότι έχει εγκατασταθεί στις μηχανές». Ένα μήνα μάλιστα πριν την τραγωδία, η ΔΕΣΚ-Σ προειδοποιούσε χαρακτηριστικά «δεν θα περιμένουμε το δυστύχημα που έρχεται, για να τους δούμε να χύνουν κροκοδείλια δάκρυα κάνοντας διαπιστώσεις».

Υπό τα δεδομένα αυτά, κανένας από αυτούς που είχαν είτε την υπηρεσιακή είτε την πολιτική αρμοδιότητα και κατ’ επέκταση την ιδιαίτερη ηθική και νομική υποχρέωση προστασίας της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας (δηλαδή της ασφάλειας) των πολιτών στον τομέα των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών, δεν δικαιούται να ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε.

Η αλήθεια είναι ότι υπήρχαν προειδοποιήσεις οι οποίες αγνοήθηκαν και για αυτό πολλοί κάνουν λόγο για έγκλημα των Τεμπών. Πέρα όμως από τις πολιτικές ευθύνες, ποινικές ευθύνες υπάρχουν;

Ασφαλώς και υπάρχουν ποινικές ευθύνες που η Δικαιοσύνη καλείται να ερευνήσει. Πριν όμως από την αναζήτησή τους, οφείλουμε να κάνουμε μια προκαταρκτική διαπίστωση: οι ποινικές ευθύνες για το έγκλημα των Τεμπών (παραβίαση ασφάλειας συγκοινωνιών, ανθρωποκτονίες εξ αμελείας κατά συρροή) πρέπει να αναζητηθούν στον κύκλο των προσώπων που η συμπεριφορά τους (πράξεις ή παραλείψεις) βρίσκονται σε αιτιώδη σύνδεσμο με το επελθόν τραγικό αποτέλεσμα του άδικου θανάτου μέχρι στιγμής 57 αθώων ανθρώπων. Στον κύκλο αυτόν περιλαμβάνονται αφενός όσοι με θετική ενέργεια προκάλεσαν ή συνέβαλαν στην πρόκληση του τραγικού αυτού συμβάντος. Αφετέρου εκείνοι που με βάση το άρθρο 15 του Ποινικού Κώδικα προκάλεσαν ή συνέβαλαν στην πρόκληση του ιδίου αυτού αποτελέσματος δια παραλείψεων, δηλαδή αυτοί που ενώ είχαν την ιδιαίτερη νομική υποχρέωση με τις ενέργειές τους να το αποτρέψουν, παραβίασαν την υποχρέωσή τους αυτή, ώστε η μη αποτροπή του αξιόποινου αυτού αποτελέσματος να τιμωρείται όπως η πρόκλησή του με ενέργεια. Στη δεύτερη αυτή ομάδα προσώπων προφανώς περιλαμβάνονται τυχόν ποινικές ευθύνες κρατικών λειτουργών και αξιωματούχων, στους οποίους ενδεχομένως να συγκαταλέγονται όχι μόνο υπηρεσιακά αλλά και πολιτικά πρόσωπα, εφόσον διαπιστωθεί ότι βαρύνονται με παραβίαση της υποχρέωσής τους για λήψη αναγκαίων και κατάλληλων μέτρων ασφαλείας για την αποτροπή του εν λόγω τραγικού αποτελέσματος.

Παράλληλα, πρέπει να αναζητηθούν ευθύνες για την απαράδεκτη καθυστέρηση που διαχρονικά έχει σημειωθεί στην υλοποίηση της 717 σύμβασης για τον εκσυγχρονισμό του σιδηροδρομικού δικτύου με πιο εξελιγμένα συστήματα ασφαλείας, πλην όμως η αναζήτηση των ευθυνών αυτών θα αποτελέσουν περιεχόμενο και αντικείμενο μιας άλλης ποινικής υπόθεσης.

Ο πρώην υπουργός Μεταφορών ο Κ. Αχ. Καραμανλής ανέλαβε την αντικειμενική ευθύνη, σήμερα όμως που γίνεται αυτή η συνέντευξη δεν ξέρουμε εάν θα πάει στη Βουλή να δώσει εξηγήσεις, ενώ ο ίδιος λίγες μέρες πριν από την τραγωδία των Τεμπών κουνούσε το δάχτυλο στη Βουλή και έλεγε ότι δεν τίθεται θέμα ασφάλειας. Οι ποινικές ευθύνες θα φτάσουν ποτέ τόσο ψηλά; Θα αποδοθούν;

Νομίζω ότι το αίτημα που προβάλλεται από την κοινωνία πλέον είναι τόσο ισχυρό που κανένας δε δικαιούται να προσποιείται ότι δεν καταλαβαίνει το νόημά του. Προπάντων όμως, όλοι όσοι είχαν την πολιτική αρμοδιότητα κρίσιμων χειρισμών έχουν αυτονόητη υποχρέωση κοινοβουλευτικής λογοδοσίας.

Θέλω να επισημάνω ότι μέσα από αυτές τις παλλαϊκές αντιδράσεις που εκδηλώνονται με τη συμμετοχή νέων, συνδικαλιστών, απλών ανθρώπων και μέσα από τις οποίες προβάλλεται ως αίτημα «ασφάλεια και ανεξάρτητη δικαιοσύνη για όλους» βλέπουμε ουσιαστικά να διαμορφώνεται ένα κίνημα που απαιτεί οι συνέπειες του τραγικού αυτού συμβάντος να επενδυθούν με σημασίες, με αλήθειες, με αξίες, τις οποίες πριν από τα Τέμπη τις είχαμε παραγνωρίσει και που σήμερα αποτελούν όρο sine qua non για την πορεία του τόπου προς το μέλλον. Εάν δεν ικανοποιηθούν αυτές οι συγκεκριμένες αξιώσεις της κοινωνίας δεν πρόκειται να ησυχάσει ποτέ το πολιτικό σύστημα. Το θεσμικό στερέωμα του κράτους και ο δημόσιος βίος θα βρίσκονται σε διαρκή αναταραχή.

Η κοινωνία πάντως, έχει την αίσθηση ότι σε αυτή τη χώρα την πληρώνουν μόνο οι καθαρίστριες που δεν έχουν απολυτήριο δημοτικού.

Ναι υπάρχει ένα μεγάλο ζήτημα δικαιοσύνης στην Ελλάδα και δεν το λέω πρώτη φορά, αλλά με την πείρα των 40 και πλέον ετών διακονίας που έχω στον χώρο της δικαιοσύνης, ως μάχιμος δικηγόρος, είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι η Δικαιοσύνη είναι σήμερα ο μεγάλος ασθενής του Κράτους. Ως γνωστόν, άλλοτε γίνεται λόγος για κλίμα ατιμωρησίας και άλλοτε προβάλλονται δημοσίως δικαιολογημένα παράπονα για άδικες καταδίκες.

Υπάρχει έλλειψη αποτελεσματικότητας, που δεν οφείλεται μόνο στην βραδύτητα με την οποία κινούνται οι δικαστικοί μηχανισμοί, αλλά και στις εγγενείς λειτουργικές ανεπάρκειες και αδυναμίες που συνοδεύονται από θεσμικές παθογένειες: αδιαφάνεια, έλλειψη λογοδοσίας, περιπτώσεις αναξιοκρατίας σε κρίσιμες θέσεις, συντεχνιακές αλλοιώσεις του θεσμικού ρόλου της Δικαιοσύνης κοκ. Χαρακτηριστικές εκδηλώσεις αυτού του κλίματος αποτελούν η υπόθεση των μαύρων ταμείων της Siemens, η δικαστική περιπέτεια του Α. Γεωργίου, που πρόσφατα προκάλεσε την καταδίκη της Ελλάδας από το Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου και άλλες.

Προεχόντως όμως, η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και η αρχή του κράτους δικαίου στην Ελλάδα υπονομεύονται σε μέγα βαθμό από το διορισμό της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων από το υπουργικό συμβούλιο. Επανειλημμένα έχει για αυτό κατηγορηθεί η χώρα μας από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Η σχέση αυτή μεταξύ Κυβέρνησης και Δικαιοσύνης παραβιάζει τη θεμελιώδη για ένα κράτος δικαίου αρχή της διάκρισης των εξουσιών

.Άλλη παθογένεια είναι η συνεχιζόμενη μέχρι σήμερα τακτική του διορισμού συνταξιούχων ανώτατων δικαστών σε πλουσιοπάροχα αμειβόμενες θέσεις προέδρων ανεξάρτητων διοικητικών αρχών. Η καλλιέργεια προσδοκιών για κατάληψη μιας τέτοιας θέσης εγείρει συχνά ζητήματα επηρεασμού του φρονήματος των ανωτάτων δικαστών.

Η παρουσία Ντογιάκου ο οποίος είναι ένας ανώτατος δικαστικός  δε θα βοηθήσει στην έρευνα για το δυστύχημα;

Ο ρόλος του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία (Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων) ρυθμίζεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εγγυάται την τήρηση της αρχής της νομιμότητας στη λειτουργία του εισαγγελικού κλάδου και όχι την αρχή της σκοπιμότητας. Ο κ. Ντογιάκος προφανώς γνωρίζει ότι ο αρμόδιος εισαγγελικός λειτουργός για την άσκηση της ποινικής δίωξης είναι με βάση την ποινική δικονομία ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών (άρθρο 27 ΚΠΔ) και όχι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Στο πλαίσιο αυτό, ο ρόλος που μπορεί να αναπτύξει στην περίπτωση της ποινικής έρευνας για το έγκλημα των Τεμπών είναι περιορισμένος, αφού ήδη η υπόθεση έχει ανατεθεί σε Εφέτη Ανακριτή και σε αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών.

Στην υπόθεση των υποκλοπών οι παρεμβάσεις του κ. Ντογιάκου δεν βοήθησαν;

Μέχρι στιγμής δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω εάν έχουν βοηθήσει. Δεν έχω πρόσβαση στα δεδομένα. Όλη η γνώση που έχω προέρχεται από τα δημοσιεύματα του Τύπου.
Όμως με έχει ξενίσει το γεγονός ότι τόσο οι ειδήμονες, όσο και η κοινή γνώμη έχουν εκδηλώσει την απορία τους, αλλά και την δυσφορία τους, για το πώς είναι δυνατόν να διαπράττονται τόσο χονδροειδείς παραβιάσεις θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων, (όπως το απαραβίαστο των επικοινωνιών), που συνιστούν και βαρύτατα ποινικά αδικήματα και εντούτοις ο κ. Ντογιάκος να ζητεί τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης μόνο για τη διαρροή απορρήτων πληροφοριών σχετικών με τις επίμαχες παρακολουθήσεις.


Ακούσαμε τον κ. Οικονόμου, για να επιστρέψουμε στο θέμα Τεμπών, να λέει ότι ο πρωθυπουργός δεν ήξερε για το χάος των Τεμπών. Πιστεύετε ότι δεν ήξερε ο Μητσοτάκης;

Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω τι ακριβώς εγνώριζε ή τι αγνοούσε ο Πρωθυπουργός. Όμως, μου προκαλεί κατάπληξη το γεγονός ότι δεν είχε ενημερωθεί αρμοδίως και εγκαίρως ο Πρωθυπουργός της χώρας για μια σειρά προβλήματα που αφορούν την καθυστέρηση στην υλοποίηση της υπ’ αριθμ. 717 σύμβασης, στα ελλείμματα ασφάλειας στο χώρο των σιδηροδρόμων, στις επανειλημμένες διαμαρτυρίες, καταγγελίες και προειδοποιήσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων για επικείμενο τραγικό δυστύχημα.

Και για τις υποκλοπές δεν ήξερε. Είναι δυνατόν να έχει στηθεί ένα παρασύστημα εντός του Μαξίμου από τον ανιψιό του, το δεξί του χέρι και ο ίδιος να μην έχει γνώση;  Δεν γίνεται πιστευτό στην κοινωνία.

Όλα αυτά, όντως, προκαλούν έναν προβληματισμό. Είναι θέμα πολιτικής ευθύνης δηλαδή, το αν κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες που εκλήθη ο πρωθυπουργός να ασκήσει την πολική του αρμοδιότητα, ανταποκρίθηκε  με τον καλύτερο τρόπο στις ανάγκες και τις προσδοκίες της κοινωνίας. Αυτό όμως είναι ένα ζήτημα που πιστεύω ότι θα κριθεί από τον ίδιο τον λαό στις προσεχείς εκλογές. Η δημοκρατική λογοδοσία σε οριστική και τελειωτική φάση υλοποιείται μέσω των βουλευτικών εκλογών.

Όμως ζήτησε συγγνώμη και για τις υποκλοπές από τον κ. Ανδρουλάκη, ζήτησε συγγνώμη για τα Τέμπη, είδαμε να δακρύζει σύσσωμο το υπουργικό συμβούλιο. Γίνεται  επικοινωνιακή διαχείριση...

Ενδιαφέρομαι πιο πολύ για την πολιτική ουσία και καθόλου για την επικοινωνιακή διαδικασία. Από τη στιγμή που πριν από δύο χρόνια διαπίστωσα ότι δημιουργούνται νέα δεδομένα στη δημόσια ζωή του τόπου με βάση τα οποία η Πολιτική υποχωρεί και εκτοπίζεται από την Επικοινωνία αποφάσισα να μην είμαι εκ νέου υποψήφιος για το βουλευτικό αξίωμα. Όσον αφορά το θέμα της συγγνώμης, πράγματι ο Πρωθυπουργός επανειλημμένως έχει ζητήσει συγγνώμη. Αυτή η συγγνώμη, όμως, για να ευδοκιμήσει, οφείλει να συναντηθεί με την άνευ όρων συγχώρηση από εκείνους προς τους οποίους απευθύνθηκε. Χωρίς αυτή τη συγχώρηση είναι αυτονόητο ότι η συγγνώμη παραμένει μία απλή δήλωση, που τιμά ασφαλώς εκείνον που τη ζητεί. Όμως στη δήλωση αυτή, ενυπάρχει και η αναγνώριση της ενοχής για αυτό που έγινε. Κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες, τιμά τον Πρωθυπουργό η συγγνώμη του και προδίδει τη γενναία στάση του, πλην όμως οφείλει να αναλάβει κάθε ενδεδειγμένη πρωτοβουλία για να επέλθει ισορροπία μέσω της εκκαθάρισης και της διευθέτησης των δυσμενών συνεπειών που έχουν προκύψει από την εθνική τραγωδία των Τεμπών.

Γίνεται μια προσπάθεια διάχυσης των ευθυνών και ξαφνικά μπαίνει στον δημόσιο διάλογο η λέξη διαχρονικότητα. Είναι διαχρονικές οι ευθύνες;


Οι ευθύνες είναι ασφαλώς διαχρονικές στον βαθμό που αναφέρονται σε παθογένειες που εκτείνονται σε βάθος ιστορικού χρόνου που καλύπτει την τελευταία εικοσαετία.

Η υλοποίηση της σύμβασης 717, όπως εξελίχθηκε στη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας, αναδίδει την εικόνα ενός δημόσιου τομέα, όπου κυριαρχούν η αδιαφάνεια, η έλλειψη αποτελεσματικού ελέγχου νομιμότητας, η διαπλοκή ιδιωτικών και δημοσίων συμφερόντων, η καταστρατήγηση νομίμων διαδικασιών κλπ.

Ταυτόχρονα, μέσα από τις λεπτομέρειες που έρχονται στο φως της δημοσιότητας εξαιτίας αυτού του συμβάντος, προβάλει η εικόνα ενός κράτους εχθρικού για τον πολίτη. Αναχρονιστικού και αναποτελεσματικού, που δεν επέτυχε να ολοκληρώσει μια σειρά αναγκαίων μεταρρυθμίσεων που σκοπό έχουν να κάνουν την Ελλάδα ένα πλήρες και ισότιμο ευρωπαϊκό κράτος.

Το πολυδιαφημισμένο επιτελικό κράτος δεν πήγε καλά δηλαδή;

Αυτά προφανώς είναι προβλήματα που δεν επέτυχε να επιλύσει το επιτελικό κράτος. Σε κάθε περίπτωση, η συνολικό επιτυχία του θεσμού αυτού θα κριθεί στις προσεχείς εκλογές.

Δηλώσατε ότι δε θα είστε εκ νέου υποψήφιος. Φεύγετε από την παράταξη που είστε από μικρό παιδί;

Είναι αυτονόητο ότι δεν εγκαταλείπω την Πολιτική, ούτε και την φιλελεύθερη παράταξη, στην οποία αγωνίστηκα ως μάχιμο κοινοβουλευτικό στέλεχος της πρώτης γραμμής για 16 συναπτά έτη. Τον αγώνα μου για τις φιλελεύθερες ιδέες θα τον συνεχίσω σε άλλα πεδία της κοινωνικής ζωής.

Η απόφασή μου να μην είμαι εκ νέου υποψήφιος βουλευτής, όπως προανέφερα, σχετίζεται με την επιθυμία μου να υπηρετώ πιο πολύ την πολιτική ουσία των διακυβευμάτων πέριξ των οποίων οργανώνεται η κοινωνική ζωή. Να συμμετέχω στη λήψη αποφάσεων που ικανοποιούν τις κοινωνικές ανάγκες και βελτιώνουν διαρκώς τους όρους της κοινωνικής συμβίωσης.

Είμαι αντίθετος με κάθε λογική επικοινωνιακής διαχείρισης και λογιστικής αντιμετώπισης των κοινωνικών προβλημάτων. Μέχρι σήμερα υπηρέτησα την Πολιτική στην αυθεντική και πρωταρχική της λειτουργία. Αυτό θα συνεχίσω να κάνω.


Αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι παραμένετε στην πολιτική αλλά εγκαταλείπετε το κόμμα. Πιστεύετε ότι ο προσανατολισμός της ΝΔ σήμερα έτσι όπως εκφράζεται από τον Μητσοτάκη και την ηγετική ομάδα είναι λανθασμένος; Έχει αλλάξει κάτι από τις αρχές της παράταξης έτσι όπως ορίστηκαν από τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραμανλή;

Ως γνωστόν, με βάση τις καταστατικές αρχές της Νέας Δημοκρατίας που όρισε ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής ο ιδεολογικός χώρος που καλύπτει η φιλελεύθερη παράταξη ξεκινάει από την μετριοπαθή δεξιά και φτάνει μέχρι τις παρυφές της σοσιαλοδημοκρατίας. Επιπλέον, ο πρώην Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής είχε επανειλημμένως χαρακτηριστικά δηλώσει, ότι τα άκρα δεν έχουν θέση στη Νέα Δημοκρατία, όπως και ότι το κόμμα αυτό οφείλει να επιδεικνύει μηδενική ανοχή σε φαινόμενα σήψης, παρακμής και διαφθοράς. Σε αυτές τις αρχές παραμένω πιστός και θεωρώ ότι αυτές αποτελούν τον σταθερό προσανατολισμό της Νέας Δημοκρατίας διαχρονικά. Απόκλιση από αυτές προφανώς σημαίνει ιδεολογική μετατόπιση της Νέας Δημοκρατίας από τις καταστατικές της αρχές.

Εσείς δεν θα είστε υποψήφιος, ο Κώστας Καραμανλής το ίδιο, άλλα παλιότερα στελέχη έχουν εγκαταλείψει τη ΝΔ και  έχουν βρεθεί στην αντίπερα όχθη. Αλλάζει φυσιογνωμία το κόμμα σας; Τι σηματοδοτούν οι αποχωρήσεις σας;

Όπως προείπα, το κόμμα οφείλει να έχει σταθερό ιδεολογικό προσανατολισμό. Όμως, τα τελευταία χρόνια στο πολιτικό πεδίο έχουν συντελεστεί ουσιώδεις αλλαγές σχετικά με τον ρόλο που παίζει η ιδεολογία στην πολιτική δράση.
Οι παραδοσιακές μεγάλες αφηγήσεις της αριστεράς και της δεξιάς έχουν ξεπεραστεί και ανήκουν πλέον στο παρελθόν. Αυτό για το οποίο έχει σήμερα αξία να αγωνίζεται κανείς στην πολιτική είναι οι ιδέες της Ελευθερίας, της Δικαιοσύνης, της Ισότητας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αρχής του κράτους δικαίου, καθώς και της υπεράσπισης της φυσικής και πολιτιστικής μας ταυτότητας και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Όλα αυτά στο χώρο της ΝΔ έχουν παραδοσιακά τη θέση τους. Ανεξάρτητα, λοιπόν, από τις όποιες αποχωρήσεις η ΝΔ θα εξακολουθήσει να καλύπτει το φιλελεύθερο χώρο στον τόπο μας, εφόσον αγωνίζεται για τις ιδέες αυτές.

Αν αύριο ο Μητσοτάκης βλέποντας ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σημαντικές απώλειες για το κόμμα σας, σας πάρει τηλέφωνο και σας πει, Κώστα σε παρακαλώ πολύ θέλω να είσαι στο ψηφοδέλτιο της Ηλείας, θέλω να δώσουμε τη μάχη γιατί είναι κρίσιμη κτλ. τι θα κάνετε;

Το ερώτημα που μου θέτετε συνιστά υποθετικό λόγο που δηλώνει το απραγματοποίητο στο παρόν και το μέλλον. Ως γνωστόν, ο κ. Μητσοτάκης, όπως άλλωστε επανειλημμένως και ο ίδιος έχει δηλώσει, σε θέματα διακυβέρνησης και άσκησης της επιτελικής πολιτικής απευθύνεται στους ανθρώπους της γενιάς του, με τους οποίους διατηρεί φιλικούς δεσμούς. Παλιότερα η Πολιτική παρήγαγε Φιλία, κατά την φράση του Αριστοτέλη. Σήμερα, φαίνεται ότι και η φιλία παράγει πολιτική.

Στις επερχόμενες εκλογές θα αλλάξει πιστεύετε το πολιτικό σκηνικό;

Πιστεύω ότι η δύναμη με την οποία εισβάλει στην Ιστορία η εθνική τραγωδία των Τεμπών, θα κινητοποιήσει διεργασίες κοινωνικές και πολιτικές που είναι δύσκολο να μην επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις. Η τραγωδία των Τεμπών ήδη φαίνεται να γίνεται καταλύτης πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων. Αυτό αποκαλύπτουν οι μεγάλες συγκεντρώσεις και τα συλλαλητήρια που γίνονται με παλλαϊκό αίτημα τη Δικαιοσύνη και την ασφάλεια.  Στις συγκεντρώσεις αυτές βλέπουμε, να λειτουργεί «το κοινωνικό φαντασιακό εν δράσει», για να χρησιμοποιήσω τη φράση του Κορνήλιου Καστοριάδη. Προσωπικά είμαι βέβαιος ότι θα αλλάξουν πράγματα και καταστάσεις.

Βλέπουμε τους νέους, την κοινωνία, τους καλλιτέχνες να βρίσκονται στο δρόμο. Καμιά φορά οι διαμαρτυρίες αυτές εμφανίζουν εξεγερσιακά χαρακτηριστικά. Πιστεύετε ότι είμαστε μπροστά σε μια δυναμική αντίδραση της κοινωνίας;

Παρ’ όλο που θα προκύψουν αλλαγές εξαιτίας της εθνικής τραγωδίας των Τεμπών, εντούτοις, πιστεύω ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια καινούρια Άνοιξη, όπως κάποτε έλεγε ο Μιχάλης Κατσαρός.
Δε νομίζω ότι η κοινωνία θα έχει φτάσει σε τέτοιες συνθήκες ωρίμανσης, ώστε να διεκδικήσει μαζικά και δομημένα μια συνολική αλλαγή της πολιτικής πραγματικότητας.

Όμως αυτή η καθυστέρηση, ο αναχρονισμός, οι παθογένειες, που όλο λέμε ότι θα τις γιατρέψουμε και ότι θα πάρουμε την πρωτοβουλία μεταρρυθμίσεων που είναι ώριμες και αναγκαίες, αλλά ποτέ μέχρι σήμερα αυτή η επαγγελία δεν πραγματοποιείται, δημιουργούν πράγματι ένα εκρηκτικό κλίμα μέσα από το οποίο κάθε φορά θα γίνονται ρήξεις, σαν κι αυτή που φαίνεται ότι κυοφορείται ως συνέπεια του συμβάντος των Τεμπών.

Σε έναν νέο που δεν μπορεί να βρει να νοικιάσει σπίτι γιατί τα ενοίκια έχουν φτάσει 1000 ευρώ, που δεν μπορεί να πληρώσει το ρεύμα γιατί ο λογαριασμός είναι υψηλότερος από το βασικό μισθό, τι θα του λέγατε; πώς θα ζήσει; Τι πρέπει να κάνει;  πώς θα επιβιώσει αυτή η νέα γενιά; Δεν είναι μόνο ιδεολογικό το ζήτημα, αλλά και πρακτικό. Δεν βγαίνει ο μήνας.

Είναι γεγονός ότι η νεολαία αντιμετωπίζει ανυπέρβλητες δυσκολίες. Δυσκολίες οι οποίες έχουν οξυνθεί από τη φτώχεια και την ανεργία. Η Πολιτεία οφείλει να εκπονήσει και να θέσει σε εφαρμογή ένα εθνικό σχέδιο προστασίας των νέων που θα τους στηρίζει ουσιαστικά και αποτελεσματικά, ώστε να ανταπεξέλθουν στις σημερινές σκληρές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί για αυτούς. Απευθυνόμενος στους νέους θα ήθελα να τους καλέσω να συνεχίσουν να αγωνίζονται και να διεκδικούν καλύτερους όρους ζωής, παιδείας και εργασίας. Εμείς οι μεγάλοι, από την πλευρά μας, πρέπει διαρκώς να αναλογιζόμαστε το νόημα των λόγων που άφησε ο αείμνηστος δάσκαλος Δημήτριος Λιαντίνης ως κληρονομιά στην κόρη του Διοτίμα: για «το κακό που ετοιμάζουμε εμείς οι ενήλικοι στις αθώες νέες γενεές που έρχουνται. Ζούμε τη ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους».

Η φράση του μηχανοδηγού «πάμε κι όπου βγει» αντιπροσωπεύει την Ελλάδα του σήμερα;

Δεν πρέπει η σημερινή Ελλάδα να πιστέψουμε ότι αντιπροσωπεύεται από τη φράση «πάμε κι όπου βγει», που δυστυχώς περιλαμβάνεται στο απομεινάρια της αποφράδας ημέρας του δυστυχήματος των Τεμπών. Θα αποτελούσε εθνική ήττα μια τέτοια αναγνώριση. Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να παραδεχθούμε ότι η φράση αυτή αποκαλύπτει ότι στους χώρους εργασίας έχει επικρατήσει μια παροξυσμική αδιαφορία για την τύχη του εργαζόμενου. Κάτι τέτοιο όμως αποτελεί για τα σημερινά κοινωνικά δεδομένα μια αβάσταχτη προσβολή της αξιοπρέπειας του ανθρώπινου όντος, την οποία οφείλουμε να μην ανεχθούμε ποτέ.



 

Facebook Twitter Flickr Youtube Rss
Created by e-dinet