Κώστας Τζαβάρας : Είναι αδιανόητο, να μην διαθέτει το κράτος στην αστυνομία τα μέσα που απαιτούνται για την αποτελεσματικότητα εναντίον του εγκλήματος

Τετάρτη, 16 Μαρτίου 2011

 Η συζήτηση για το νομοσχέδιο, που με την πρωτοβουλία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη μας απασχολεί σήμερα , άνέφερε ο υπέυθυνος πολιτικής ευθύνης Δικαιοσύνης της ΝΔ Κώστας Τζαβάρας  τη βουλή ,έδωσε χώρο σε μία πολύ ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων, ομολογουμένως. Και κυρίως έδωσε τη δυνατότητα στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη να μας καταπλήξει τουλάχιστον, όσον αφορά, την επιμέλειά του να λάβει υπόψη του -επιτέλους, ένας από τους Υπουργούς της Κυβέρνησης- τις παρατηρήσεις τις οποίες κάθε φορά στα νομοσχέδια που έρχονται ενώπιων μας έχει να κάνει το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής. Και από αυτήν την άποψη βεβαίως εγώ προσωπικά σας επαινώ, κύριε Υπουργέ.

Πράγματι, πολλές φορές ,επισήμανε ο κ. Τζαβάρας έχει συμβεί να γίνονται εύστοχες παρατηρήσεις επιστημονικές, αλλά κανένας από τους Υπουργούς να μην τις λαμβάνει υπόψη του. Και επανειλημμένως από το Βήμα αυτό εγώ προσωπικά έχω επισημάνει την πολύ μεγάλη σημασία που έχει, να υπάρχει επεξεργασμένη η νομοθετική δουλειά και από επιστημονική άποψη.


Θα έλεγα και απευθύνομαι και στον Κοινοβουλευτικό Εκπρόσωπο του ΠΑΣΟΚ ότι πρέπει τουλάχιστον να αγωνιστούμε να υπάρξει επεξεργασία και από γλωσσική άποψη. Γιατί θα επαναλάβω για ακόμη μια φορά πολλά από τα νομοσχέδια που έρχονται ενώπιων μας έχουν πολύ σοβαρές γλωσσικές ατέλειες, που στη συνέχεια όταν γίνονται νόμοι βασανίζουν τον ερμηνευτή ή τον εφαρμοστή του δικαίου με αποτέλεσμα να παράγονται κακής ποιότητας δικαστικές αποφάσεις.


Όμως, θα συμφωνήσω μαζί σας, τόνισε ο κ. Τζαβάρας  και σε κάτι ακόμα, κύριε Υπουργέ, σε αυτό που αρχίσατε να μας αναπτύσσετε αναφορικά με την πόσο πολύ σπουδαία και άξια λόγου είναι η σοφία που στηρίζεται στων ονομάτων την επίσκεψη. Γιατί πράγματι ακολουθήσατε μια ετυμολογική αναφορά στη λέξη «όπλο» που θα μου επιτρέψετε να σας πω ότι δεν είναι ούτε η αληθής ούτε και η προσήκουσα.


Διότι τουλάχιστον αυτοί οι οποίοι –και δεν ξέρω βέβαια αν μας ακούει ο συνάδελφος, στον οποίο αναφερθήκατε, αλλά δεν νομίζω ότι θα διαφωνήσει- έχουν καταγίνει με την ετυμολογική προέλευση της λέξης «όπλον» αποδίδουν την προέλευση στο ρήμα «έπω», το οποίο παράγεται από ρίζα *σεπ- . Αυτό το «έπω» μας είναι γνωστό γιατί από την ίδια ακριβώς ρίζα παράγεται και η λέξη «έπος», με αρχική δε σημασία του ρήματος «έπω» να είναι «ονομάζω, αποκαλώ».

Εδώ ακριβώς , σημείωσε ο κ. Τζαβάρας ,φαίνεται ότι έχει πολύ μεγάλη αξία στα πλαίσια μιας κοινωνίας να μπορεί κάποιος να ονομάζει, να αποδίδει δηλαδή σε ένα στοιχείο της πραγματικότητας ένα όνομα, γιατί στη θέση αυτού του πραγματικού στοιχείου βάζει ένα συμβολικό στοιχείο που εξυπηρετεί τη σχέση της κοινωνίας που αναπτύσσεται μεταξύ των πολιτών και με αυτή την έννοια βέβαια έχουμε μια άλλη διάσταση στην προσέγγιση του αληθινού νοήματος που έχει ή πρέπει να έχει στη δημοκρατία η λέξη «όπλο».

Είναι, λοιπόν, μια λέξη που έχει αναφορά στο Λόγο και βέβαια δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά γιατί το ακαταμάχητο όπλο στη δημοκρατία είναι το βέλτιστο επιχείρημα. Το λέω αυτό βέβαια όχι για να κάνω μια περιττή εισαγωγή, αλλά για να σας απαντήσω στα όσα είπατε περί τρομοκρατίας.

Γιατί η τρομοκρατία είναι η στιγμή, όπου παύει να ισχύει ο Λόγος. Είναι η στιγμή, όπου αναδύεται μια βία, η οποία δεν μπορεί να υπακούσει σε καμμία κοινωνική λογική και βέβαια, απ’ αυτή την άποψη, η τρομοκρατία δεν είναι αντίπαλος του κράτους, αλλά είναι δύναμη καταστροφής της ίδιας της κοινωνίας.

Υπ’ αυτή βεβαίως την εκδοχή, όταν αναφερθήκατε σε αυτά τα παιδιά –τα οποία ως παιδιά βέβαια τη συμπάθεια έχουν του οποιουδήποτε πολίτη- θεωρώ ότι δεν ελέγχονται ούτε και κατηγορούνται γι’ αυτό που είναι, αλλά γι’ αυτό που κάνουν.

Αυτή είναι και η μεγάλη ουσία και η μεγάλη σημασία της δύναμης που εκπορεύεται από την καταστατική λειτουργία του κράτους που είναι εκείνη ακριβώς η αρχή και η εξουσία, η οποία διαθέτει το νόμιμο μονοπώλιο της βίας ή διαφορετικά διαθέτει το μονοπώλιο της νόμιμης βίας, όπως έλεγε ο Μαξ Βέμπερ και επ’ αυτού βέβαια στηρίζεται όλη η λειτουργία και η υπόσταση του σημερινού κράτους.

Είναι αναμφίβολο ότι η επιτυχία της Αστυνομίας χθες είναι πολύ μεγάλη και είναι πολύ μεγάλη γιατί μέσα στα πλαίσια που το κράτος αγωνίζεται να οδηγήσει και να επιτύχει νίκες υπέρ της εύτακτης κοινωνίας, είναι πράγματι ελπιδοφόρο να υπάρχουν δυνάμεις, κρατικά όργανα που με αποτελεσματικότητα αντιπαλεύουν αυτόν τον παραλογισμό, αυτή την απουσία του Λόγου ή –αν θέλετε- αυτή την απουσία κάθε φαντασιακής σχέσης με την κοινωνική πραγματικότητα, γιατί και αυτό είναι τρομοκρατία.

Τρομοκρατία, εν τέλει, είναι η απουσία ενός οποιουδήποτε οράματος για το πώς πρέπει να εξοικονομηθούν οι κοινωνικές σχέσεις –ώστε να υπάρξει ευημερία σε μια χώρα- πώς πρέπει να συνεργάζονται οι πολιτικές δυνάμεις, οι κοινωνικές δυνάμεις μέσα από ένα δημιουργικό διάλογο, για να υπάρχουν στόχοι. Με αυτή την έννοια, λοιπόν, η τρομοκρατία δεν είναι απλώς έγκλημα. Είναι αναίρεση της ίδιας της ουσίας και της λειτουργίας της κοινωνίας.

Θεωρώ, λοιπόν, ότι και εσείς θα πρέπει να συμμερίζεστε τις απόψεις αυτές, οι οποίες βεβαίως δεν είναι πνευματικό μου δημιούργημα. Είναι ακριβώς η ενατένιση από τη σκοπιά μιας φιλελεύθερης δημοκρατικής στάσης αυτών των σχέσεων και αυτών των κρατικών λειτουργιών, που δίδουν νόημα και αξία στο να λέει κάποιος ότι είναι δημοκράτης.

Δεν θα μπορούσε, όμως, σε αυτή τουλάχιστον τη σημερινή συζήτηση να απουσιάσει και μία –αν θέλετε- αναφορά στο ότι η έννοια του όπλου είναι κλειδί. Είναι κλειδί που ανοίγει και ερμηνεύει τη σχέση που είχε ανέκαθεν ο άνθρωπος σαν φυσική παρουσία με την αντίπαλή του φύση και στη συνέχεια ο άνθρωπος σαν κοινωνική υπόσταση και λειτουργία απέναντι στο κοινωνικό του περιβάλλον.

Διότι, αυτός ο στίχος του ποιητή που λέει «καθείς και τα όπλα του» έχει πολύ μεγάλη αξία και δημιουργεί ακριβώς τα νοήματα εκείνα που έχουμε πολλές φορές ανάγκη να κατανοήσουμε και γιατί η Κρητική λεβεντιά έχει αυτή τη σχέση που έχει με τη χρήση των όπλων σε διάφορες εκδηλώσεις της κοινωνικής ζωής, όπως και γιατί η τρομοκρατική απουσία του κάθε λόγου, η σχέση που αποκαθιστά με τα όπλα, είναι μια σχέση δυνάμεων καταστροφής και αναίρεσης κάθε –επαναλαμβάνω- κοινωνικής λειτουργίας.

Έχετε, όμως, μια υποχρέωση σαν Υπουργός Προστασίας του Πολίτη και σαν πολιτικός προϊστάμενος των δυνάμεων εκείνων, τις οποίες από αυτού του Βήματος επαινέσατε –της αστυνομίας εννοώ- για τον τελεσφόρο αγώνα που κάνουν εναντίον του εγκλήματος.

Είναι αδιανόητο σε μία ευνομούμενη δημοκρατία, όπως λέει ο Πρωθυπουργός, να μην διαθέτει το κράτος στην αστυνομία τα μέσα που απαιτούνται για να είναι αποτελεσματική απέναντι στον αγώνα που διεξάγει εναντίον του εγκλήματος.

Είναι αδιανόητο σε μία κοινωνία, η οποία βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο μιας ισχυρής δημοκρατίας, να υπάρχουν παιδιά που εκτίθενται σε κινδύνους χωρίς να έχουν προηγουμένως εκπαιδευτεί καταλλήλως και χωρίς να τους έχει παραδώσει το κράτος τα απαιτούμενα όπλα για να είναι αποτελεσματική η αυτοπροστασία τους, αλλά και η δράση τους εναντίον του εγκλήματος.

Ο νόμος 2168 και ο νόμος 3169 -ο νόμος 2168 είναι αυτός που τροποποιείται σήμερα ή που στα πλαίσια εν πάση περιπτώσει αυτής της διαδικασίας ενσωματώνετε τις συγκεκριμένες κοινοτικές Οδηγίες- θα πρέπει να αποτελέσει ένα αντικείμενο μιας ενιαίας ρύθμισης των σχέσεων, που επίσης θα πρέπει να ορίζονται με σαφήνεια αλλά στα πλαίσια των σκέψεων που σας είπα, των αστυνομικών με τα όπλα.

Το λέω και θα το επαναλαμβάνω είπε ο κ. Τζαβάρας. Η σχέση όλης της νομοθεσίας με το αντικείμενο που ρυθμίζει όταν αναφέρεται στον έλεγχο της διακίνησης, της εμπορίας, της κατοχής και της χρήσης των όπλων, διαπνέεται από μία έντονη οπλοφοβία. Αυτήν την οπλοφοβία θεωρώ ότι μία δημοκρατία, η οποία είναι δημοκρατία ισχυρής δικαιοσύνης, αλλά ταυτόχρονα μέσα από αυτή την ισχυρή δικαιοσύνη υπηρετεί και το όραμα της ευταξίας, δεν είναι δυνατόν να συνεχίσουμε να την υπηρετούμε.

Συμμερίζομαι απολύτως τα όσα ελέχθησαν από έναν προλαλήσαντα συνάδελφο, αναφορικά με τον τρόπο που επιτέλους θα πρέπει να απενοχοποιήσουμε, εάν χρειάζεται, σε μία ελεύθερη κοινωνία τη σχέση του πολίτη με τα όπλα και τη σχέση του αστυνομικού με τα όπλα, όχι για το κακό αλλά για τη λειτουργία μια εύτακτης και δίκαιης κοινωνίας.


Επαναλαμβάνω ότι δεν μπορεί να υπάρχει διάταξη -παραδείγματος χάρη, η διάταξη του άρθρου 6 του ν. 3169/2003, που καθορίζει τη σχέση των αστυνομικών με τα όπλα- η οποία να θέτει τέτοιους περιορισμούς και να περνάει τη χρήση του αστυνομικού με το συγκεκριμένο εργαλείο της δουλειάς του ή της υπηρεσίας του από μία τέτοια κλιμάκωση που μόνο σε εργαστήριο θα μπορούσαμε να έχουμε την κατάφαση μιας νόμιμης χρήσης του όπλου. Και πιστεύω ότι ξέρετε όλες αυτές τις διαβαθμίσεις περί εκφοβιστικού χτυπήματος, περί χτυπήματος ακινητοποίησης, περί χτυπήματος εξουδετέρωσης και μια σειρά τέτοιου είδους διαβαθμίσεις. Την ώρα που τα πράγματα είναι στην πρώτη γραμμή του πυρός, στον αγώνα κατά του εγκλήματος, κανένας δεν μπορεί από τον αστυνομικό ή από εκείνον που υπερασπίζεται την έννομη τάξη να έχει περισσότερη ή μεγαλύτερη απαίτηση από εκείνη που έχει από τον οποιοδήποτε κρατικό ή δημόσιο λειτουργό.


Καταλήγοντας ο κ. Τζαβάρας τόνισε ,  Θεωρώ, λοιπόν, ότι θα πρέπει να αξιοποιήσετε αυτή τη δυνατότητα που αφήνεται από το συγκεκριμένο κείμενο του νομοσχεδίου, για να υπάρξει πράγματι μία κωδικοποίηση όλων των διατάξεων που αφορούν τα όπλα, τα πυροβόλα ή μη πυροβόλα, τα πυρομαχικά, τα εκρηκτικά, αλλά και τη σχέση του πολίτη ή του αστυνομικού με τα συγκεκριμένα όπλα, ώστε επιτέλους να έχουμε μια συστηματική και μεθοδική αντιμετώπιση όλων αυτών των συστημάτων και -προς Θεού!- χωρίς καμία σχέση ή διάθεση οπλοφοβίας. Η οπλοφοβία είναι ένα σύνδρομο που έρχεται ίσως μέσα από τα βάθη της νεότερης πολιτικής μας ιστορίας, πλην όμως σε αυτές τις σύγχρονες ώρες που μιλάμε και αγωνιζόμαστε για μια καλύτερη και για μια ποιοτικότερη δημοκρατία, δεν πρέπει να νομοθετούμε με τέτοιου είδους σύνδρομα.


Facebook Twitter Flickr Youtube Rss
Created by e-dinet